Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025


 «Θα επιμένεις» του Άρη Αλεξάνδρου

Θα επιμένεις
Όσο ψηλά κι αν ανεβείς εδώ θα παραμένεις.
Θα σκοντάφτεις και θα πέφτεις εδώ μες στα χαλάσματα
χαράζοντας γραμμές
εδώ θα επιμένεις δίχως βία
χωρίς ποτέ να καταφύγεις στη βολική απόγνωση
ποτέ στην περιφρόνηση
κι ας έχουν σήμερα τη δύναμη εκείνοι που οικοδομούνε ερημώσεις
κι ας βλέπεις φάλαγγες ανθρώπων να τραβάν συντεταγμένοι
για το ξυλουργείο
να δέχονται περήφανοι
την εκτόρνευσή τους
και να τοποθετούνται στα αυστηρά τετράγωνα
σαν πιόνια.
Εσύ θα επιμένεις σαν να μετράς το χρόνο με τις σειρές
των πετρωμάτων
σάμπως να ’σουν σίγουρος πως θα ’ρθει μια μέρα
όπου οι χωροφύλακες κ’ οι επαγρυπνητές θα βγάλουν τις στολές τους.
Εδώ μες στα χαλάσματα που τα σπείραν άλας
θέλεις δε θέλεις θα βαδίζεις
υπολογίζοντας την κλίση που θα ’χουν τα επίπεδα
θα επιμένεις πριονίζοντας τις πέτρες μοναχός σου
θέλεις δε θέλεις πρέπει ν’ αποχτήσεις έναν δικό σου χώρο.


 Μιχάλης Κατσαρός

Τὸ σχῆμα μου
Θὰ προσπαθήσω νὰ δώσω τὸ σχῆμα μου
ὅπως συντρίβεται σὲ δυὸ λιθάρια
θὰ σκεφτῶ ὑπόχρεος ἀπέναντί σου
θὰ στήσω τὴ φοβερὴ ὀμπρέλα μου
μὲ τὶς μπαλένες ἀπ᾿ τὸ πρόσωπό μου
μαύρη ὑγρὴ ἀκατανόητη
ἀπ᾿ τὸν καιρὸ ποὺ ἤτανε ἀσπίδα
ποὺ ἦταν ταπεινὸ κυκλάμινο
καὶ μιὰ ρομφαία.
Θέλω νὰ μιλήσω ἁπλὰ γιὰ τὴν ἀγάπη
τῶν ἀνθρώπων
καὶ παρεμβαίνουν οἱ θύελλες
παρεμβαίνει τὸ πλῆθος
τὸ στῆθος μου
τὸ τρομερὸ ἡφαίστειο ποὺ λειτουργεῖ
κάτ᾿ ἀπὸ πέτρες.
Τὰ φριχτὰ ἐρωτήματα παραμένουν ἐπίμονα
μαῦρα ὑγρὰ ἀκατανόητα
παραμένουν ἐπίσημα
σὰν σαρτεβάλια.
Ὅσο ἀπ᾿ τὶς μικρὲς καλύβες νὰ γελοῦν
ὅσοι οἱ χωρικοὶ νὰ μπαίνουν στὰ ἐργοστάσια
ὁ πύργος μας καίγεται
θ᾿ ἀφήσουν ἐποχὴ οἱ ἔνδοξες μέρες
ὅλα τ᾿ ἀπόκρυφα χειρόγραφα θὰ ἐπιστραφοῦν
ἀπὸ σοφοὺς καὶ μάντεις.
Μετὰ τὸ θέμα μας χάθηκε.
Δὲν ἔχομε τίποτα νὰ σᾶς ποῦμε
ἔτσι ποὺ ὅλα προδοθήκανε
ἔτσι ποὺ ὅλα λύσαν τοὺς ἁρμοὺς
ἀπὸ πίστη σὲ πίστη
ἀπὸ ὑπόγειο σὲ ὑπόγειο
ἀπὸ πρόσωπο σὲ πρόσωπο
δὲν ἔχομε τίποτα νὰ σᾶς ποῦμε.
Βαθιὰ στὶς ρίζες τοῦ δέντρου σας
μαζὶ μὲ τοὺς τυφλοπόντικες
μαζὶ μὲ τοὺς καταποντισμένους πίθηκους
σὲ σκοτεινοὺς ὑποχθόνιους κρότους
ἀσθμαίνοντας μετατοπίζομαι
-ἀνακατωμένοι οἱ βρόγχοι-
βαθιὰ στὰ ξερὰ λιβάδια σας πέφτει καινούργια
ἀθόρυβη βροχὴ
ὅπου συντρίβει
ὅπου ἀνθίζει τὰ χέρια μας ἀπ᾿ τὶς δικές σας
πληγές
ὅπου γεμίζουν τ᾿ ἄδειά μας σταμνιὰ
κερὶ καὶ μέλι.
Κάποτε θ᾿ ἀνεβοῦμε καθὼς προζύμι
ὁ σιδερένιος κλοιὸς θὰ ραγιστεῖ
τὰ ὄρη σας ὅπως πυκνὰ σύννεφα θὰ χωριστοῦν
οἱ κόσμοι θὰ τρίξουν
στὶς ἔντρομες αἴθουσες οἱ ρήτορες θὰ
σωπάσουν
καὶ θ᾿ ἀκουστεῖ ἡ φωνή μου:
«Οἱ νέοι πρίγκιπες μὲ σάλπιγγες καὶ νέες
στολὲς
οἱ νέοι συμβουλάτορες οἱ νέοι παπάδες
οἱ πρόεδροι καὶ τὰ συμβούλια καὶ οἱ ἐπιτροπὲς
ὅλοι οἱ μάγοι προφεσόροι...»
Περιμένετε αὐτὴ τὴ φωνή.
Ἔτσι θ᾿ ἀρχίζει.


 Μιχάλης Κατσαρός

Κατὰ Σαδδουκαίων
Πλῆθος Σαδδουκαίων
Ῥωμαίων ὑπαλλήλων
μάντεις καὶ ἀστρονόμοι
(κάποιος Βαλβίλος ἐξ Ἐφέσου)
περιστοιχίζουν τὸν Αὐτοκράτορα.
Κραυγὲς ἀπ᾿ τὸν προνάρθηκα τοῦ Ναοῦ.
Ἀπ᾿ τὴ φατρία τῶν Ἐβιονιτῶν κραυγές:
Ὁ ψευδο-Μάρκελος νὰ παριστάνει τὸ Χριστό.
Διδάσκετε τὴν ἐπανάστασιν Κατὰ τοῦ πρίγκιπος
Οἱ Χριστιανοὶ νἄχουνε δούλους Χριστιανούς.
Ἡ ἀριστοκρατία τοῦ Ναοῦ νὰ ἐκλείψει.
Ἐγὼ ἀπέναντί σας ἕνας μάρτυρας
ἡ θέλησή μου ποὺ καταπατήθηκε
τόσους αἰῶνες.
Τοὺς ὕπατους ἐγὼ ἀνάδειξα στὶς συνελεύσεις
κι αὐτοὶ κληρονομήσανε τὰ δικαιώματα
φορέσαν πορφυροῦν ἀτίθασον ἔνδυμα
σανδάλια μεταξωτὰ ἢ πανοπλία-
ἐξακοντίζουν τὰ βέλη τους ἐναντίον μου-
ἡ θέλησή μου ποὺ καταπατήθηκε
τόσους αἰῶνες.
Τοὺς ἄλλους ἀπ᾿ τὴν πέτρα καὶ τὸ τεῖχος μου
καθὼς νερὸ πηγῆς τοὺς εἶχα φέρει
ἡ θρησκεία τους μυστηριώδης δεισιδαιμονία
τ᾿ ἄλογά τους ἀπ᾿ τὸν κάμπο μου.
δὲ μοῦ ἐπέτρεψαν νὰ δῶ τὸν Αὐτοκράτορα
τοὺς ὕπατους δὲν ἄφηναν νὰ πλησιάσω
σὲ μυστικὰ συμπόσια καὶ ἔνδοξα
τὴ θέλησή μου τὴν καταπατήσανε
τόσους αἰῶνες.
Τώρα κι ἐγὼ ὑποψιάζομαι
ὅλο τὸ πλῆθος τῶν αὐλοκολάκων
ὅλους τοὺς ταπεινοὺς γραμματικοὺς
τοὺς βραβευμένους μὲ χρυσὰ παράσημα
λεγεωνάριους καὶ στρατηλάτες
ὑποψιάζομαι τὶς αὐλητρίδες τὴ γιορτὴ
ὅλους τοὺς λόγους καὶ προπόσεις
αὐτοὺς ποὺ παριστάνουνε τοὺς ἐθνικοὺς
τὸν πορφυροῦν χιτώνα τοῦ πρίγκιπος
τοὺς συμβουλάτορες καὶ τοὺς αἱρετικοὺς
ὑποψιάζομαι συνωμοσία
νύκτα θὰ ρεύσει πολὺ αἷμα
νύχτα θὰ ἐγκαταστήσουν τὴ βασιλεία τους
νέοι πρίγκιπες μὲ νέους στεφάνους
οἱ πονηροὶ ρωμαῖοι ὑπάλληλοι τοῦ
*τοῦ αὐτοκράτορος
τοιμάζουνε κρυφὰ νὰ παραδώσουν
νὰ παραδώσουν τὰ κλειδιὰ καὶ τὴν
ὑπόκλισή τους.
Ἐγὼ πάλι μέσα στὸ πλῆθος διακλαδίζομαι
ἡ θέλησή μου διακλαδίζεται μέσα στὸ πλῆθος
μαζεύω τοὺς σκόρπιους σπόρους μου
γιὰ τὴν καινούρια μακρινή μου ἀνάσταση
μαζεύω.


 Μιχάλης Κατσαρός: Αντισταθείτε

Η διαθήκη μου
Αντισταθείτε
σ’ αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σ’ αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι
και λέει: Δόξα σοι ο Θεός.
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρεία εισαγωγαί – εξαγωγαί
στην κρατική εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε
σ’ αυτόν που χαιρετάει απ’ την εξέδρα ώρες
ατελείωτες τις παρελάσεις
σ’ αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει
έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε πάλι σ’ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες
σ’ όλα τ’ ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι
σ’ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.
Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών
και διαβατηρίων
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη διπλωματία
στα εργοστάσια πολεμικών υλών
σ’ αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σ’ όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ
αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την
Ελευθερία.
Υστερόγραφο
Η διαθήκη μου πριν διαβαστεί
– καθώς διαβάστηκε –
ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο.
Πριν διαβαστεί
όχι οι κληρονόμοι που περίμεναν
αλλά σφετεριστές καταπατήσαν τα χωράφια.
Η διαθήκη μου για σένα και για σε
χρόνια καταχωνιάστηκε στα χρονοντούλαπα
από γραφιάδες πονηρούς συμβολαιογράφους.
Αλλάξανε φράσεις σημαντικές
ώρες σκυμμένοι πάνω της με τρόμο
εξαφανίσανε τα μέρη με τους ποταμούς
τη νέα βουή στα δάση
τον άνεμο τον σκότωσαν –
τώρα καταλαβαίνω πια τι έχασα
ποιος είναι αυτός που πνίγει.
Και συ λοιπόν
στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις
από φωνή
από τροφή
από άλογο
από σπίτι
στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.
Μιχάλης Κατσαρός


 Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά (Κατερίνα Γώγου)

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μετς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους
διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.

Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο

γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου…


 

Κατερίνα Γώγου (1940-1993)
Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σίγα σιγά και μπαίνεις.
Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια.
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου
72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που μ’ άφησες
για να με ξαναβρείς.
Όμως πρέπει να ΄χει περάσει πολύς καιρός
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε
κι οι φίλοι μου με φοβούνται.
Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες
έχω χάσει την φαντασία μου
κι όταν ακούω «Κατερίνα» τρομάζω.
Νομίζω πως πρέπει να καταδώσω κάποιον.
Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον
που λέγανε πως είσαι συ.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο στόχος,
το νου σου ε;

  Παράτα τα Νικόλας Άσιμος ‧ 1978 Παράτα το σχολειό παράτα αυτό το χάλι Να είσ αφεντικό του εαυτού σου πάλι Παράτα τα θρανία και τ αμφιθέατ...