Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

O Χρήστος Ν. Θεοφιλης σε «ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ» διάλογο με τον Ιστορικό τέχνης Θανάση Μουτσόπουλο

O Χρήστος Ν. Θεοφιλης σε «ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ» διάλογο με τον Ιστορικό τέχνης Θανάση Μουτσόπουλο


//////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////
ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Στους διάλογους του Μπέρκλεϋ
ο Φιλόνους παγιδεύει τον Υλα. Προβλέπει βάσει των ερωτήσεων του τις απαντήσεις και στήνει διαρκώς παγίδες. Δεν υιοθετώ αυτή την τακτική. Βιώνω ως αγωνιά την ρευστότητα του εικαστικού χώρου που επιτρέπει την ευκολία «αυτοί» να δηλώνουν και να κάνουν ότι θέλουν με φιλοδοξίες μεγαλύτερες των δυνατοτήτων τους. Για να οδηγήσουμε τον διάλογο μας έξω από τα στηρίγματα της ατροφικής ευγένειας και μακριά από τις ύπουλες διαβεβαίωσης ότι όλα πάνε καλά, νομίζω ότι η τέχνη δεν είναι το σχήμα που δίνεται από τους επιμελητές εκθέσεων. Αυτή η μορφή προσέγγισης-ανάλυσης , δεν καταρρέει συνήθως στους πλασμούς των επινοήσεων ;

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Είναι αλήθεια, εν μέρει. Τα τελευταία χρόνια μιλάμε πολύ για τη «Δικτατορία των Επιμελητών». Οι επιμελητές τείνουν να αντιμετωπίζονται ως οι μεγάλοι σταρ και τα ίδια τα καλλιτεχνικά έργα έρχονται, συχνά, σε δεύτερη μοίρα. Όμως οι αιτίες του φαινομένου δεν βρίσκονται αναγκαστικά σε μια κόντρα ανάμεσα στους επιμελητές και στους καλλιτέχνες αλλά, περισσότερο, στη διάθεση για γιγαντισμό που εμφανίζεται στις μέρες μας. Μια έκθεση που αναπτύσσεται σε λιγότερα από χίλια τετραγωνικά μέτρα τείνει να μη μας ενδιαφέρει, ο φεστιβαλικός χαρακτήρας της καλλιτεχνικής διαδικασίας μοιάζει να είναι κυρίαρχος, η προσοχή και η οικειότητα που απαιτούσε κάποτε η προσέγγιση του έργου τέχνης φαίνεται να έχει εκλείψει. Και οι ρίζες του προβλήματος, κατά τη γνώμη μου, βρίσκονται στη μεντιατική διάσταση που έχει πάρει η εικαστική δραστηριότητα και όχι στην πλευρά των επιμελητών. Παρόλα αυτά, για να μη φανεί ότι υπερασπίζομαι υπερβολικά τον κλάδο, θα παραδεχτώ ότι πράγματι εμφανίζονται φαινόμενα ιδεολογικού αυταρχισμού από την πλευρά των επιμελητών εκθέσεων, εκθέσεις που ακροβατούν μετέωρα στην κόψη εννοιακών επινοήσεων, απουσία σεβασμού του καλλιτέχνη, παρεμβάσεις στο έργο του,...

ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Για να μην έχουμε συνείδηση ψευδή, υπέρτατος σκοπός των κενόδοξων της κριτικής είναι το να καθορίζουν τις αρχές της τέχνης να θέτουν τους κανόνες που επιτρέπουν να κρίνει κανείς τα έργα τέχνης, αναφέρομαι και δεν εξαιρώ τα υπολείμματα των νεοκλασικών κανόνων που κυριαρχούν ακόμα και σήμερα στους Ιστορικούς της τέχνης. Παρατηρούν το έργο σε ποιο βαθμό αντιστοιχεί με κάποιο τυπικό ορισμό, άψυχο και αφηρημένο, μηχανιστικής διάθεσης η με κάποια καλλιτεχνική αναφορά γνωστή και εξαντλημένη. Δεν εξαιρώ την κριτική δια μέσου της εννοιολογικής αντίληψης που επιχειρεί την ερμηνεία των συμβόλων της τέχνης ούτε και την ερμηνεία με διαλεκτικούς συλλογισμούς. Αναζητώ το ενιαίο στην προσωπικότητα. Ο μεγάλος καλλιτέχνης Εικαστικός η Ποιητής είναι Φιλόσοφος και κριτικός τέχνης. Πρώτη του ύλη η εικαστική αντίληψη και η διαλεκτική σκέψη και όλα να υποτάσσονται στον έλεγχο της καλλιτεχνικής κρίσης.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Ξεκινώντας από το τελευταίο θα έλεγα ότι, εξίσου, ο μεγάλος κριτικός είναι δημιουργός και καλλιτέχνης. Όμως, και στις δυο περιπτώσεις, το πραγματικό πρόβλημα είναι να βρούμε ενδείξεις αυτής της «μεγαλοσύνης» και εκεί φίλε Χρήστο Θεοφίλη, νομίζω ότι θα συμφωνήσουμε και οι δύο, υπάρχει μεγάλο έλλειμμα στη νεοελληνική σκηνή των ημερών μας. Τώρα αν γυρίσουμε στο πρώτο σκέλος της ερώτησής σου, νιώθω κι εγώ ότι ζούμε σε μια ακόμη «δικτατορία», αυτή των αρθρογράφων (εγώ δεν θα τους ονομάσω «κριτικούς» γιατί δίνω ιδιαίτερη βαρύτητα στον όρο). Πτυχές αυτού του φαινομένου είναι ντιρεκτίβες οι οποίες δημοσιεύονται ανά τακτά διαστήματα και κατονομάζουν ποιοι καλλιτέχνες θα «παίξουν» στο παιχνίδι. Σχετικά πρόσφατα είχαμε μια τέτοια «λίστα» σε κυριακάτικη εφημερίδα ενώ πιο πρόσφατα ακόμη μια εκτενής ντιρεκτίβα δημοσιεύτηκε διαδικτυακά. Επιπλέον των ονομάτων είναι σύνηθες στις μέρες μας να δημοσιεύονται και ιδεολογικές ντιρεκτίβες, τις πιο πολλές φορές αυτές τις μέρες μας υπέρ του αγγλοσαξονικού ιδιώματος της New British Art. Είναι ίσως περιττό να προσθέσουμε ότι τέτοιου τύπου αρθρογραφίες συνδέονται με τα συμφέροντα συγκεκριμένων αιθουσών τέχνης. Αν πέσει κανείς στην παγίδα να δει την καλλιτεχνική διαδικασία ως ένα παιχνίδι εξουσίας, νομίζω ότι θα ήταν ολέθριο μια που άλλοι χώροι –η κοινοβουλευτική πολιτική για παράδειγμα- προσφέρονται πολύ περισσότερο σε αυτή την κατεύθυνση. Από την άλλη θα ήταν ουσιαστικό να κάνουμε μια προσπάθεια να αποκολλήσουμε την καλλιτεχνική κοινωνία, η οποία πλέον αποτελείται από δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους σ’ αυτή τη χώρα, από τους στροβίλους του εμπορίου, των συλλεκτών και των αρθρογράφων-μάνατζερ. Τότε ίσως θα μπορέσουμε να διεκδικήσουμε ξανά την εορταστική διάσταση του καλλιτεχνικού φαινομένου, αυτή του πανηγυριού στο οποίο μπορούν να συμμετάσχουν όλοι, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου, σεξουαλικής κατεύθυνσης, καλλιτεχνικού ιδιώματος (κυρίως αυτού). Αναρωτιέμαι και εγώ ο ίδιος αν κάτι τέτοιο μπορεί να είναι δυνατό στην έντονα ιεραρχική εποχή μας...

ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Να διαλέξουμε για να είμαστε ελεύθεροι το «καταφύγιο» μας; Την αφελή συγκατοίκηση με τον πατερναλιστή , τον θεοποιημένο ήρωα, τον lifestyle καλλιτέχνη, τον lifestyle τεχνοκριτικό, τη lifestyle γκαλερί, τον συλλέκτη και ταυτόχρονα χορηγό επικοινωνίας μας; Να διαλέξουμε τους αφέντες μας και να νομίζουμε ότι συμμετέχουμε; Μετασχηματίζοντας τις ιδέες μας θα οδηγήσουμε ουσιαστικά την ύπαρξη μας σε πλήρη υποταγή και η νέα μας ελευθέρια θα είναι η καθυπόταξη μας στο «καταφύγιο». Η επικύρωση μας στον εικαστικό χώρο αξίζει του αντιτίμου;

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Έχω την εντύπωση ότι αυτή είναι η πιο καίρια ερώτηση που μπορεί να θέσει κανείς σήμερα. Το lifestyle φαινόμενο τείνει να εξελιχθεί στην κυρίαρχη κατάσταση της εικαστικής διαδικασίας. Η βάση αυτής της λειτουργίας βρίσκεται στα περίφημα «15 λεπτά επιτυχίας» όπως τα διατύπωσε ο Andy Warhol, δηλαδή στην ανάγκη των media να εναλλάσσουν (νεανικά κυρίως) πρόσωπα στις σελίδες τους, μετατρέποντας τα σε σταρ εν μια νυκτί για να τα αντικαταστήσουν με καινούργια, πιο φρέσκα, την επόμενη βδομάδα, μήνα, χρόνο... Φυσικά ορισμένοι γκαλερίστες όχι μόνο επωφελούνται του φαινομένου αλλά ουσιαστικά το προκαλούν, το επιβάλλουν ακόμη, λειτουργώντας κάπως σαν τις «φούσκες» του ελλαδικού χρηματιστηρίου. Δηλαδή πουλάνε γρήγορα ένα υπεριμολογημένο προϊόν το οποίο είναι αμφίβολο αν θα διατηρήσει, πόσο μάλλον να αυξήσει την αξία του. Στιγμές στιγμές νιώθω πως οι συλλέκτες είναι, τελικά, οι μεγάλοι χαμένοι αυτού του σαθρού συστήματος όμως άλλες φορές το ξανασκέφτομαι...
Ιδιαίτερη έμφαση θέλω να θέσω στο φαινόμενο του «χορηγού», συλλέκτη συνήθως, και ακόμη περισσότερο σε αυτό του «χορηγού επικοινωνίας»: το τόσο αθώο και φιλο-πολιτισμικό αυτό φαινόμενο κρύβει από πίσω του την κατάργηση της ανεξάρτητης κριτικής αφού –φυσικά- το έντυπο θα επιφυλάξει θετική (θετικότατη) παρουσίαση σε οποιοδήποτε γεγονός σπονσοράρει επικοινωνιακά το ίδιο ενώ ουσιαστικά μεταθέτει την παρουσίαση των καλλιτεχνικών γεγονότων από τους αδιάβλητους δημοσιογράφους και τους μαχητικούς κριτικούς στους μάνατζερ που «κλείνουν συμφωνίες». Μετά από αυτό ίσως δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση η ποιότητα της κάλυψης των εικαστικών από τα περισσότερα από τα ελλαδικά έντυπα.

ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Το αδύνατο σημείο και ο φόβος του «καταφυγίου» είναι οι πραγματικές δυνάμεις έξω από αυτό. Η ατομική ελευθέρια-η ανυπακοή-η άρνηση. Στόχος και μηχανισμός του «καταφύγιου» είναι ο διανοητικός ακρωτηριασμός …

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Αυτό που λες με ενδιαφέρει πολύ. Πιστεύω κι εγώ ότι σ’ αυτές τις ανήσυχες μέρες όπου, καμιά φορά τα media λειτουργούν ως ένα καταπιεστικό δίκτυο, κάτι σαν το Matrix της ομώνυμης ταινίας, η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει σαν καταφύγιο. Κάτι σαν Προσωρινή Αυτόνομη Ζώνη, όπως έλεγε ο Hakim Bey, όπου η έκφραση μπορεί να έχει χαρακτήρα αυθάδειας και ανυπακοής. Αισθάνομαι ότι λίγοι τόποι στη δημόσια σφαίρα προσφέρουν αυτού του είδους το άσυλο –τα πανεπιστήμια είναι, προφανώς, ένα άλλο παράδειγμα. Και είναι, προφανώς, αυτονόητο ότι τέτοιες περιοχές πρέπει να διαφυλαχτούν –απ’ όλους μας- από τον έλεγχο των εισαγγελέων ή των μεντιατικών διαπομπεύσεων. Τείνει να γίνει ετήσια ρουτίνα η δίωξη εικαστικών και επιμελητών για έργα που «προσβάλλουν». Πρέπει, επιτέλους, να διαχωρίσουμε την αντίδραση μας σε κάτι που «δεν μας αρέσει» από το πολιτισμικό πογκρόμ που παρακολουθούμε κατά καιρούς.

ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Το lifestyle υπηρετεί την επικαιρική ελαφράδα και όχι το νέο. Το νέο στην τέχνη και το λόγο φέρει τη γνώση ότι υπάρχει ένα υβρίδιο επιστήμης – φιλοσοφίας - ηθικής και αυτή είναι η πορεία της ανθρωπότητας έως και σήμερα. Ο Διαλεκτικός Υλισμός των Μαρξ και Ένγκελς αφού ξεκαθάρισε με τον Ιδεαλισμό αποδυναμώνεται με την σειρά του στη νέα γλώσσα της Αστροφυσικής, Βιοτεχνολογίας και της Ηλεκτρονικής Δημοκρατίας - Ηλεκτρονικής Γραμματικής. Το σήμερα των Συμπαντικών οραμάτων αποζητά την δικιά του ανοικτή ερευνά και πλατύτερα τα όρια της σκέψης . Εκεί συνομιλεί το νέο στην τέχνη χωρίς κατ ανάγκη να δεσμεύετε σε μια Δογματική νάρκη.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Πράγματι η εποχή δεν μπορεί παρά να είναι ανοιχτή σε κάθε δυνατότητα. Σε ότι αφορά τα εικαστικά, νομίζω ότι το επόμενο βήμα είναι η σύνδεση τους με άλλες γνωστικές περιοχές. Φυσικά είναι κάτι που έχει ξεκινήσει ήδη τα τελευταία χρόνια όμως πιστεύω ότι θα πάρει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις στο μέλλον. Οι γέφυρες με τις επιστημονικές περιοχές της ανθρωπολογίας, της κοινωνιολογίας, της αρχιτεκτονικής, της πολεοδομίας, της ψυχανάλυσης, της ιατρικής και, βέβαια, της βιοτεχνολογίας ή της φυσικής, που αναφέρεις και συ –μεταξύ άλλων- θα πρέπει να επεκταθούν. Κυρίως όμως θα πρέπει αυτές οι συνομιλίες να γίνουν σε ισότιμη βάση. Αφού λοιπόν καταφέρουμε να αποκαταστήσουμε την ισοτιμία στη σχέση επιμελητών και καλλιτεχνών, πεδίον δόξης λαμπρόν ανοίγεται μπροστά μας για περαιτέρω συνεργασίες...

ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Η Αγωνιά πάντα θα υπάρχει «τι άραγε ειν’ ουσία ,τι άραγε είναι σκιά » Κόλεριτζ , 1797 Η μοίρα των εθνών.
////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////

O Χρήστος Ν. Θεοφίλης σε διάλογο με την Μελίτα Εμμανουήλ

O Χρήστος Ν. Θεοφίλης σε διάλογο με την Μελίτα Εμμανουήλ καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.
Χρήστος Ν. Θεοφίλης Μεγάλο έργο, χρυσή τομή, νόμος δομής, νόμος του κόσμου, αποφασ...ιστική τομή, χαμηλόφωνη εσωτερικότητα, μουσική ρευστότητα. Συνήθη λόγια ιστορικών της τέχνης και μία συσσωρευμένη επανάληψη των ίδιων κρίσεων που κανείς δεν αποφασίζει να ελέγξει. Επαναλαμβάνουμε χωρίς να αγγίζουμε. Βλέπουμε μία ιστορική συνοδεία αναμνήσεων χωρίς κρίση, χωρίς να γίνουν αντικείμενα συζητήσεων. Οι ριζοσπαστικοί-επαναστάτες καλλιτέχνες που βιώνουν την αγωνία της τέχνης και όχι της κοινωνικής ταχτοποίησης-συναλλαγής, τολμούν. «…θάδινα όλη την Ιταλική ζωγραφική για τον Βερμέερ από το Ντελφ..» (Πικάσσο 14 Μαΐου 1935). «…μιλάνε για Αναγέννηση. Μα είναι για κλάματα…είναι σινεμά Τορίνο-φιλμ..» (Πικάσσο 5 Νοεμβρίου 1944). «…Ο Καραβάτζο είναι παρωδία του ρεαλισμού. Ένα ψέμα. Σκηνοθεσία σαν τον Φεντέρ στο σινεμά. Βάλε μου ένα προβολέα δεξιά και άλλον ένα αριστερά!» (Πικάσσο 14 Ιανουαρίου 1955). «..Οι ζωγράφοι του Λούβρου για να φτιάξουν το χέρι κάνουν έτσι, το ίδιο και για το πόδι. Τι απομένει στους πίνακές τους; Τίποτε άλλο. Η γοητεία της πόρνης…» (Πικάσσο 22 Ιουνίου 1946).

Μελίτα Εμμανουήλ Είναι αλήθεια ότι όταν ο ιστορικός της τέχνης προσεγγίζει ερευνητικά το έργο ενός καλλιτέχνη του παρελθόντος σπάνια ασκεί κριτική, ακόμα και στην περίπτωση που ο τελευταίος ήταν μέτριος ή κακός. Η ιστορία της τέχνης όμως δεν παίζει αυτόν τον ρόλο, γιατί διαπραγματεύεται τα θέματα από διαφορετική άποψη, εξετάζει το ιστορικό και κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έζησε ο δημιουργός, αναλύει το έργο από την άποψη της εικονογραφίας και της τεχνοτροπίας του και το επανατοποθετεί μέσα στο πλαίσιο που το δημιούργησε. Τα κείμενα που γράφονται για τέτοια θέματα υπόκεινται στη συνέχεια σε κρίση από την επιστημονική κοινότητα και, όταν αξίζουν, τότε χρησιμοποιούνται και από άλλους ερευνητές για δικές τους μελέτες.
Εδώ όμως θίγετε και τη σχέση του καλλιτέχνη με τον ιστορικό της τέχνης. Σας απαντώ από τη θέση του δεύτερου και σας ομολογώ ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσεγγίσεις ένα έργο σύγχρονου «ριζοσπαστικού-επαναστάτη» καλλιτέχνη γιατί συχνά, είτε αυτός είναι πιο μπροστά από τις εξελίξεις, είτε ο ιστορικός είναι πιο πίσω. Το είδαμε και στο παρελθόν από τη φανατισμένη αντίδραση εναντίον της Ολυμπίας του Μανέ, και στη συνέχεια από τον τρόπο που υποδέχτηκε η κριτική το έργο των Ιμπρεσιονιστών. Ο Βαν Γκογκ δεν πούλησε ούτε ένα έργο όσο ζούσε και σήμερα οι πίνακές του κοστίζουν εκατομμύρια ευρώ. Την αγωνία αυτή βίωσε στα πρώτα στάδια της δημιουργίας του και ο Πικάσο, ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης του 20ου αιώνα. Η απογοήτευσή του ήταν πολύ μεγάλη όταν οι Δεσποινίδες της Αβινιόν που έδωσε με δυσκολία και μετά από πολλά παζάρια, πουλήθηκαν σε λίγα χρόνια από τον αγοραστή τους στο μυθικό για την εποχή ποσό των 150.000 φράγκων. Όμως ο Πικάσο ήταν η χαρακτηριστική περίπτωση καλλιτέχνη που άντλησε τόσα πολλά στοιχεία μέσα από τα έργα του παρελθόντος. Ας θυμηθούμε μόνο τη σχέση του με τον Γκρέκο. Όταν μελετήσει κάποιος το έργο του έχει αμέσως την εικόνα όλου του ευρωπαϊκού πολιτισμού, από τα ερυθρόμορφα αγγεία της ελληνικής αρχαιότητας μέχρι και το έργο του Σεζάν. Επισκέφτηκε άπειρες φορές το Λούβρο, πάντα μόνος του, και γνώρισε πολύ καλά ακόμα και τη «μισητή» ακαδημαϊκή ζωγραφική του 19ου αιώνα.. Πιστεύω ότι ο Πικάσο μπορεί ακόμη και να γελάει μέσα από τον τάφο του γι’ αυτά –και είναι πολλά- που έχει πει κατά καιρούς! Οπωσδήποτε όλη η ιταλική ζωγραφική δεν αποτελείται από αριστουργήματα, ούτε όλα τα έργα του Καραβάτζιο είναι μεγάλα και στο Λούβρο υπάρχουν έργα τα οποία είναι μέτρια. Εγώ όμως πάντα θυμάμαι τη φράση που είχε γράψει ο ίδιος προς το τέλος της ζωής του στο σημειωματάριό του «η ζωγραφική είναι πιο δυνατή από μένα. Μπορεί να με αναγκάσει να κάνω αυτό που θέλει…» και ότι πέρασε τα τελευταία του χρόνια αναπαράγοντας σε πολλές παραλλαγές έργα του παρελθόντος, ακόμη και τις Δεσποινίδες των Τιμών του Βελάσκουεθ, ένα εκπληκτικό έργο του Μπαρόκ που όμως δεν θα είχε τη μορφή που έχει, αν δεν είχε υπάρξει ο Καραβάτζιο!

Χρήστος Ν. Θεοφίλης Εθνική Πινακοθήκη. Θωμόπουλος, Γεραλής, Ιακωβίδης και όχι μόνο. Οι ζωγράφοι του δικού μας Λούβρου. Εκεί χάνεται η αίσθηση του μέτρου, χάνεται το έργο των Νικολάου Λύτρα, Σαββίδη, Μιχάλη Οικονόμου, Παρθένη, Μπουζιάνη, Στέρη, Μαλέα, Παπαλουκά. Καταρρέουμε στην αισθητική Ευριπίδη Κουτλίδη και άλλων δωρητών που κανείς δεν αποφασίζει να ελέγξει. Ο Πάνος Σαραφιανός αγνοείται, σε κοινή μοίρα ο δικός σας που και από το Ε.Μ.Πολυτεχνείο αγνοείται, Τάκης Μάρθας. Αρχιτέκτονας , ζωγράφος και καθηγητής της Σχολής όπου διδάσκετε. Πρωτοπόρος της αφαίρεσης την δεκαετία του 50 με αρχιτεκτονική αντίληψη εισάγει την έννοια της κατασκευής. Το παράδειγμά του ακολουθούν ο Φατούρος με τους συνεργάτες του Λεφάκη, Σαχίνη.

Μελίτα Εμμανουήλ Διακρίνω κάποια μελαγχολική διαμαρτυρία στην τοποθέτησή σας… Είναι γεγονός ότι η Εθνική μας Πινακοθήκη περιλαμβάνει εκτός από τους σημαντικούς καλλιτέχνες που αναφέρατε και πολλά έργα που είναι μέτρια. Πάλι καλά όμως που υπήρξαν και ορισμένοι φωτισμένοι συλλέκτες και δώρησαν τα έργα τους στο κράτος.
Πριν από ένα χρόνο είχα μια ενδιαφέρουσα εμπειρία με μία ομάδα ξένων φοιτητών αρχιτεκτονικών σχολών, από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία, που ήρθαν στο Πολυτεχνείο με το πρόγραμμα των ανταλλαγών «Εράσμους». Ανέλαβα να τους κάνω ένα μάθημα για την νεοελληνική τέχνη στην Εθνική Πινακοθήκη. Ήταν πολύ δύσκολο να δώσω στα παιδιά αυτά, που ενδιαφέρονταν πραγματικά, μία σαφή και συνοπτική εικόνα της εξέλιξης της νεοελληνικής τέχνης. Συνειδητοποίησα για άλλη μια φορά ότι η ακολουθία των έργων αντανακλά μεταξύ άλλων και την πονεμένη ιστορία του νεοελληνικού κράτους, από την ίδρυσή του, με τρόπους έκφρασης που οφείλονται στις τόσες διαφορετικές ευρωπαϊκές επιρροές. Είναι δε τόσο δυνατή αυτή η αίσθηση που έργα σαν του Νίκου Λύτρα, του Παπαλουκά και του Οικονόμου «χάνονται». Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι η ελληνική τέχνη στερήθηκε από αυτήν την τόσο σημαντική για την εξέλιξη του πολιτισμού εποχή, το Μπαρόκ και ότι από τη μεταβυζαντινή περίοδο βρέθηκε στην ουσία στον 19ο αιώνα…
Από τότε, όμως, ονειρεύομαι μία Εθνική Πινακοθήκη με χρωματισμένους τοίχους που να αναδεικνύουν και τα πιο μέτρια έργα. Χωρισμένη σε «περιβάλλοντα» σαν ατελιέ, που θα φέρουν χαρακτηριστικά κάθε εποχής και περιοχής που αντιπροσωπεύουν, όπως έπιπλα, αντικείμενα, οικογενειακά κειμήλια. Τα έργα του Παρθένη, του Νίκου Λύτρα, του Παπαλουκά και των ανθρώπων αυτών που διαμόρφωσαν την πιο αυθεντική νεοελληνική καλλιτεχνική έκφραση, να βρίσκονται μόνα τους, σαν σε μία έκθεση μέσα στην έκθεση, για να αντιλαμβάνεται ο επισκέπτης τις ξεχωριστές και συγκινητικές τους ποιότητες. Τέλος, φαντάζομαι και ένα χώρο ανοιχτό σε μεγάλες εκθέσεις με έργα Ελλήνων καλλιτεχνών που δημιούργησαν μέσα στα τελευταία πενήντα χρόνια. Να μελετήσουμε βεβαίως τα έργα αυτών που έγιναν γνωστοί στο εξωτερικό, όπως είναι ο Κουνέλλης ή η Χρύσα, αλλά να γνωρίσουμε και το έργο των καλλιτεχνών που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, όχι μόνο των δασκάλων που έχουν πεθάνει, όπως ο Τάκης Μάρθας, αλλά και αυτών που είναι ζωντανοί! Έχουμε ένα μεγάλο αριθμό καθηγητών για τα καλλιτεχνικά μαθήματα στις Ανώτατες Σχολές μας, των οποίων το έργο είναι σημαντικό και το γνωρίζουμε ελάχιστα. Υπάρχουν ακόμη και τόσοι άλλοι ζωγράφοι και γλύπτες που ανήκουν στη γενιά μας με έργο εξαιρετικά ενδιαφέρον που πραγματικά αξίζει να το προβάλουμε.

Χρήστος Ν. Θεοφίλης Εγώ δεν θα σας κατηγορήσω για συνενοχή με ό,τι προασπίζεστε. Είστε στο εκλεκτορικό σώμα και πριν εισηγηθείτε η ψηφίσετε, στα καθήκοντά σας είναι να διαβάσετε το διδακτορικό των υποψηφίων διδασκόντων στην ιστορία της τέχνης. Ειλικρινά το συνυπογράφετε; Εδώ και μία τριακονταετία διαβάζω διδακτορικές διατριβές που έχουν εκδοθεί. Κρατώ αυτές που στην ειδική δύναμη των λέξεων ανακαλούν εικόνες τέχνης. Οι άλλες καταρρέουν αν και εμπεριέχουν καταπληκτική βιβλιογραφία. Καταρρέουν σε ανεπαρκείς φιλολογικές γενικότητες, έρμαια του ατομικού εγωισμού και της λεξιλαγνίας. Διεισδύουν στο έργο με τη γοητευτική επίδραση των λέξεων, με ασυνείδητο τρόπο. Οι συνοπτικοί συλλογισμοί, οι διαβεβαιώσεις, αυτό το είδος της ευγλωττίας είναι επικίνδυνο για την τέχνη. Γενικές απόψεις με συναρπαστικά λόγια στην υπερβολή των συναισθημάτων. Ανεπαρκής η ικανότητά τους για συλλογισμούς και έλλειψη κριτικού πνεύματος. Το αναγνωστικό κοινό κάτω από το βάρος του γοήτρου του συγγραφέα που διαμόρφωσε η κατοχή της ιδιότητας του ιστορικού, υιοθετεί τις πλάνες και τις φλυαρίες.

Μελίτα Εμμανουήλ Μπορείτε άνετα και να με κατηγορήσετε, αν θέλετε! Εδώ θίγετε ένα θέμα που είναι γνωστό σε όλους τους διδάσκοντες που συμμετέχουν σε εκλεκτορικά σώματα. Υπάρχουν διδακτορικά που είναι σημαντικά ερευνητικά κείμενα με πρωτότυπα συμπεράσματα, τα οποία προϋποθέτουν μακρόχρονη και συστηματική μελέτη και άλλα που τα διαβάζουμε και δεν καταλαβαίνουμε το λόγο για τον οποίο γράφτηκαν. Ένα καλό διδακτορικό στην ιστορία της τέχνης δεν πρέπει να περιλαμβάνει φιλολογικές γενικότητες, ούτε εγωιστικά αποφθεύγματα, φλυαρίες ή συναισθηματικές εκφράσεις, διότι ο συγγραφέας του είναι κατ’ αρχήν επιστήμων που μέσα από την κοπιαστική έρευνα πρέπει να καταλήξει σε συμπεράσματα και να θέσει και ο ίδιος μία βάση για τους επόμενους ερευνητές. Θυμάμαι ότι όταν είχα ολοκληρώσει το διδακτορικό μου αισθανόμουν σαν να είχε περάσει από πάνω μου ένας οδοστρωτήρας και με είχε ισιώσει!
Το ενδιαφέρον είναι ότι όλοι, τόσο οι συγγραφείς των διδακτορικών, όσο και τα μέλη των εκλεκτορικών σωμάτων γνωρίζουμε καλά ποια είναι τα αξιόλογα και ποια όχι. Άλλωστε αυτό διαπιστώνεται στη συνέχεια και από τις αναφορές ή παραπομπές σε αυτά από τους άλλους επιστήμονες. Οι υποψήφιοι για μία θέση διδάσκοντος σε ανώτατο ίδρυμα θα πρέπει να συγκεντρώσουν αυτές τις παραπομπές και να τις συμπεριλάβουν στο βιογραφικό τους σημείωμα. Αν ο αριθμός αυτών των σημειώσεων είναι μεγάλος, τότε κατά κανόνα σημαίνει σοβαρότητα και πρωτοτυπία. Αν δεν υπάρχουν παραπομπές, τότε αυτό πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις.
Όμως, για τους επιστήμονες που υποβάλλουν υποψηφιότητα για μία θέση διδάσκοντος δεν αρκεί μόνο ένα διδακτορικό. Σύμφωνα με το νόμο ακόμη και για τη θέση λέκτορα απαιτούνται και άλλες δημοσιεύσεις σε διεθνούς κύρους επιστημονικά περιοδικά, που έχουν μία επιτροπή με κριτές, ανακοινώσεις σε διεθνή συνέδρια, καθώς και διδασκαλία σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αισιόδοξο είναι ότι τα τελευταία χρόνια, ανάμεσα στους υποψηφίους που εμφανίζονται για τέτοιες θέσεις, υπάρχουν αρκετοί νέοι επιστήμονες με καλές σπουδές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και με σημαντικές εργασίες. Θέλω να πιστεύω ότι από εδώ και πέρα θα εκλέγονται πάντοτε οι καλύτεροι.

Χρήστος Ν. Θεοφίλης Το επίκτητο γόητρο του ιστορικού πολλές φορές από θεσμικό ιδιωτεύει. Αποσπά την αμοιβή προσφέροντας υπογραφή και λόγο που εκδηλώνει με δακρύβρεχτα κείμενα την ηθικότητά του. Οι προσεγγίσεις φασόν αυτού του τύπου εξαφανίζονται στην καύση του εφήμερου παραληρήματος και στην πελατειακή σχέση. Εξασφάλισαν στον εικαστικό μια αναδημοσίευση-υποβολή στα ΜΜΕ και πεθαίνουν ως ντοκουμέντα της έκθεσης στα επιμελή αρχεία του. Όλα υποκύπτουν στον μηχανισμό της εφήμερης πληροφορίας των μερικών γραμμών που ούτε καν καταγράφεται στη μνήμη του αναγνώστη.

Μελίτα Εμμανουήλ:Αγαπητέ μου κύριε Θεοφίλη πόσο δίκιο έχετε! Πραγματικά ορισμένες φορές χρησιμοποιούμε εντυπωσιακές εκφράσεις όταν γράφουμε για το στυλ. Γινόμαστε λογοτέχνες όταν αναλύουμε ένα έργο, ποιητές όταν αναφερόμαστε στα χρώματα, προσπαθούμε να ανακαλύψουμε τις πιο δύσκολες και περισπούδαστες εκφράσεις για να ανταποκριθούμε και να μεταδώσουμε στον αναγνώστη αυτό που είναι τελικά η μαγεία ενός έργου τέχνης! Με καθησυχάζει λίγο το γεγονός ότι η αγωνία αυτή –γιατί δεν είναι καθόλου εύκολο να γράψεις κριτική τέχνης ή να προλογίσεις έναν καλλιτέχνη στην έκθεσή του- έχει τις ρίζες της σε μία παράδοση που φτάνει μέχρι τον 18ο αιώνα τουλάχιστον. Ας μη ξεχνάμε ότι οι πρώτοι κριτικοί τέχνης ήταν λογοτέχνες και ποιητές και ότι το κείμενο που έγραψε ο ποιητής Στεφάν Μαλλαρμέ για τον Εδουάρδο Μανέ είναι ό, τι καλύτερο έχει γραφτεί μέχρι σήμερα για τον τόσο σημαντικό αυτό ζωγράφο.
Συχνά και το ίδιο το έργο οδηγεί την πένα του θεωρητικού, ενώ το κοινό που θα διαβάσει το κείμενο φαίνεται ότι εντυπωσιάζεται περισσότερο από πιο ποιητικές και λογοτεχνικές εκφράσεις. Πιστεύω, όμως, ότι τα κείμενα κριτικής ή παρουσίασης ενός καλλιτέχνη θα πρέπει να είναι πραγματικές μελέτες, με την έρευνα, τις συγκρίσεις , την ανάλυση και τα συμπεράσματά τους. Είναι ενδιαφέρον ότι μόνο μετά από αυτήν τη συστηματική ανάλυση μπορεί να είναι βέβαιος και ο θεωρητικός αν το έργο, για το οποίο γράφει, αξίζει τελικά ή όχι. Όταν η προσέγγιση είναι ειλικρινής και όχι απλά ευγενική, τότε το κείμενο μπορεί να μείνει και στην ιστορία.
Όσον αφορά στην αμοιβή του θεωρητικού, πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να πληρώνονται για την εργασία τους. Ο νόμος δεν απαγορεύει και στους πανεπιστημιακούς να λάβουν μία αμοιβή για κάτι που γράφουν και που σχετίζεται με την επιστήμη τους. Ίσως τελικά οι «θεσμικοί» που «αποσπούν αμοιβές» να είναι οι πραγματικοί επαγγελματίες, ενώ οι άλλοι απλοί ερασιτέχνες. Άλλωστε, η ποιότητα και η δύναμη ενός κειμένου δεν νομίζω ότι εξαρτάται από αυτήν τη «λεπτομέρεια». Εσείς τι λέτε;

Χρήστος Ν. Θεοφίλης Ως καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου έχει επιτευχθεί η συνεργασία καλλιτεχνικών μαθημάτων και ιστορικών της τέχνης;

Μελίτα Εμμανουήλ Χαίρομαι πραγματικά που μου θέσατε αυτή την ερώτηση! Τον Ιούλιο που τελείωνε η ακαδημαϊκή χρονιά είχα μία πολύ ωραία εμπειρία. Ξέρετε, στην σχολή μας οι σπουδαστές που διανύουν το ένατο εξάμηνο των σπουδών τους είναι υποχρεωμένοι να συντάξουν μία εκτενή εργασία με την οποία να αποδεικνύουν την ικανότητά τους στο ερευνητικό επίπεδο. Στην περίοδο των εξετάσεων παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους σε μία διάλεξη που πραγματοποιούν ενώπιον τριμελούς εξεταστικής επιτροπής και κοινού. Σε μία ανάλογη περίπτωση-στον τομέα της ιστορίας- μέλος της επιτροπής ήταν ο ζωγράφος Περικλής Γουλάκος. Από τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο προσέγγισε το θέμα και τις ιδιαίτερες γνώσεις του ωφεληθήκαμε όλοι, τόσο οι φοιτητές που ήταν παρόντες, όσο και εμείς οι ιστορικοί, που σας ομολογώ δεν θέλαμε να τον αφήσουμε να φύγει!.
Κύριε Θεοφίλη, μετά από πολλά χρόνια, πιστεύω τελικά, ότι ενώ τα καλλιτεχνικά μαθήματα είναι άμεσα συνδεδεμένα με την ιστορία της τέχνης, εν τούτοις είναι πολύ πιο σημαντικά από την ιστορία. Άλλωστε, χωρίς τους καλλιτέχνες εμείς οι ιστορικοί δεν θα είχαμε και αντικείμενο, έτσι δεν είναι; Αν θα τοποθετούσαμε αυτές τις δύο «αξίες» τη μία δίπλα στην άλλη, θα διαπιστώναμε ότι ο καλλιτέχνης διαθέτει την ευαισθησία, μπορεί πιο εύκολα να αποκωδικοποιήσει μηνύματα και να λύσει τα μυστήρια ενός έργου τέχνης, γιατί αντιλαμβάνεται τα πράγματα «από μέσα». Σε μία θεωρητική προσέγγιση όμως είναι πιθανόν να του λείπει το σύστημα, η επιστημονική μέθοδος, δηλαδή, την οποία αποκτά ο ιστορικός μετά από χρόνια εργασίας στις βιβλιοθήκες. Θεωρώ ακόμα ότι είναι πολύ σημαντικό ο ιστορικός σε κάποιο στάδιο της ζωής του, ίσως κατά τη διάρκεια των σπουδών του, να αποκτά και ο ίδιος εμπειρία στην καλλιτεχνική διαδικασία, να «λερώνει τα χέρια του με το χρώμα», για να μπορεί να αισθάνεται και αυτός, έστω και λίγο, την αγωνία και τη χαρά ταυτόχρονα, που βιώνει ο καλλιτέχνης .
Ως προς το ερώτημά σας που αφορά στην συνεργασία των δύο μαθημάτων, θα έλεγα ότι οραματίζομαι μία ιδεατή συνεργασία, όπου ο ένας θα εμπλουτίζεται από την επικοινωνία του με τον άλλο. Στις θέσεις που βρισκόμαστε νομίζουμε ότι τα ξέρουμε όλα και τείνουμε να λησμονήσουμε τη σημασία που έχει να είναι κανείς μαθητής.
//////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////
Βιογραφικό
Μελίτα Εμμανουήλ
είναι πτυχιούχος του τμήματος κλασσικής φιλολογίας και του τμήματος ιστορίας και αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έχει παρακολουθήσει μεταπτυχιακά μαθήματα και σεμινάρια στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και έλαβε το διδακτορικό της δίπλωμα από τη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Οι μελέτες της αφορούν στην ευρωπαϊκή και ελληνική τέχνη του 19ου και 20ου αιώνα καθώς και στην βυζαντινή τέχνη. Έχει ασχοληθεί με το έργο σύγχρονων Ελλήνων δημιουργών όπως και με τη ζωγραφική σε μνημεία της Εύβοιας, της Λακωνίας, της Κύπρου και του Μυστρά.
Σήμερα είναι καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου
O Χρήστος Ν. Θεοφίλης σε διάλογο με την Μελίτα Εμμανουήλ καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.
Χρήστος Ν. Θεοφίλης Μεγάλο έργο, χρυσή τομή, νόμος δομής, νόμος του κόσμου, αποφασ...ιστική τομή, χαμηλόφωνη εσωτερικότητα, μουσική ρευστότητα. Συνήθη λόγια ιστορικών της τέχνης και μία συσσωρευμένη επανάληψη των ίδιων κρίσεων που κανείς δεν αποφασίζει να ελέγξει. Επαναλαμβάνουμε χωρίς να αγγίζουμε. Βλέπουμε μία ιστορική συνοδεία αναμνήσεων χωρίς κρίση, χωρίς να γίνουν αντικείμενα συζητήσεων. Οι ριζοσπαστικοί-επαναστάτες καλλιτέχνες που βιώνουν την αγωνία της τέχνης και όχι της κοινωνικής ταχτοποίησης-συναλλαγής, τολμούν. «…θάδινα όλη την Ιταλική ζωγραφική για τον Βερμέερ από το Ντελφ..» (Πικάσσο 14 Μαΐου 1935). «…μιλάνε για Αναγέννηση. Μα είναι για κλάματα…είναι σινεμά Τορίνο-φιλμ..» (Πικάσσο 5 Νοεμβρίου 1944). «…Ο Καραβάτζο είναι παρωδία του ρεαλισμού. Ένα ψέμα. Σκηνοθεσία σαν τον Φεντέρ στο σινεμά. Βάλε μου ένα προβολέα δεξιά και άλλον ένα αριστερά!» (Πικάσσο 14 Ιανουαρίου 1955). «..Οι ζωγράφοι του Λούβρου για να φτιάξουν το χέρι κάνουν έτσι, το ίδιο και για το πόδι. Τι απομένει στους πίνακές τους; Τίποτε άλλο. Η γοητεία της πόρνης…» (Πικάσσο 22 Ιουνίου 1946).

Μελίτα Εμμανουήλ Είναι αλήθεια ότι όταν ο ιστορικός της τέχνης προσεγγίζει ερευνητικά το έργο ενός καλλιτέχνη του παρελθόντος σπάνια ασκεί κριτική, ακόμα και στην περίπτωση που ο τελευταίος ήταν μέτριος ή κακός. Η ιστορία της τέχνης όμως δεν παίζει αυτόν τον ρόλο, γιατί διαπραγματεύεται τα θέματα από διαφορετική άποψη, εξετάζει το ιστορικό και κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έζησε ο δημιουργός, αναλύει το έργο από την άποψη της εικονογραφίας και της τεχνοτροπίας του και το επανατοποθετεί μέσα στο πλαίσιο που το δημιούργησε. Τα κείμενα που γράφονται για τέτοια θέματα υπόκεινται στη συνέχεια σε κρίση από την επιστημονική κοινότητα και, όταν αξίζουν, τότε χρησιμοποιούνται και από άλλους ερευνητές για δικές τους μελέτες.
Εδώ όμως θίγετε και τη σχέση του καλλιτέχνη με τον ιστορικό της τέχνης. Σας απαντώ από τη θέση του δεύτερου και σας ομολογώ ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσεγγίσεις ένα έργο σύγχρονου «ριζοσπαστικού-επαναστάτη» καλλιτέχνη γιατί συχνά, είτε αυτός είναι πιο μπροστά από τις εξελίξεις, είτε ο ιστορικός είναι πιο πίσω. Το είδαμε και στο παρελθόν από τη φανατισμένη αντίδραση εναντίον της Ολυμπίας του Μανέ, και στη συνέχεια από τον τρόπο που υποδέχτηκε η κριτική το έργο των Ιμπρεσιονιστών. Ο Βαν Γκογκ δεν πούλησε ούτε ένα έργο όσο ζούσε και σήμερα οι πίνακές του κοστίζουν εκατομμύρια ευρώ. Την αγωνία αυτή βίωσε στα πρώτα στάδια της δημιουργίας του και ο Πικάσο, ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης του 20ου αιώνα. Η απογοήτευσή του ήταν πολύ μεγάλη όταν οι Δεσποινίδες της Αβινιόν που έδωσε με δυσκολία και μετά από πολλά παζάρια, πουλήθηκαν σε λίγα χρόνια από τον αγοραστή τους στο μυθικό για την εποχή ποσό των 150.000 φράγκων. Όμως ο Πικάσο ήταν η χαρακτηριστική περίπτωση καλλιτέχνη που άντλησε τόσα πολλά στοιχεία μέσα από τα έργα του παρελθόντος. Ας θυμηθούμε μόνο τη σχέση του με τον Γκρέκο. Όταν μελετήσει κάποιος το έργο του έχει αμέσως την εικόνα όλου του ευρωπαϊκού πολιτισμού, από τα ερυθρόμορφα αγγεία της ελληνικής αρχαιότητας μέχρι και το έργο του Σεζάν. Επισκέφτηκε άπειρες φορές το Λούβρο, πάντα μόνος του, και γνώρισε πολύ καλά ακόμα και τη «μισητή» ακαδημαϊκή ζωγραφική του 19ου αιώνα.. Πιστεύω ότι ο Πικάσο μπορεί ακόμη και να γελάει μέσα από τον τάφο του γι’ αυτά –και είναι πολλά- που έχει πει κατά καιρούς! Οπωσδήποτε όλη η ιταλική ζωγραφική δεν αποτελείται από αριστουργήματα, ούτε όλα τα έργα του Καραβάτζιο είναι μεγάλα και στο Λούβρο υπάρχουν έργα τα οποία είναι μέτρια. Εγώ όμως πάντα θυμάμαι τη φράση που είχε γράψει ο ίδιος προς το τέλος της ζωής του στο σημειωματάριό του «η ζωγραφική είναι πιο δυνατή από μένα. Μπορεί να με αναγκάσει να κάνω αυτό που θέλει…» και ότι πέρασε τα τελευταία του χρόνια αναπαράγοντας σε πολλές παραλλαγές έργα του παρελθόντος, ακόμη και τις Δεσποινίδες των Τιμών του Βελάσκουεθ, ένα εκπληκτικό έργο του Μπαρόκ που όμως δεν θα είχε τη μορφή που έχει, αν δεν είχε υπάρξει ο Καραβάτζιο!

Χρήστος Ν. Θεοφίλης Εθνική Πινακοθήκη. Θωμόπουλος, Γεραλής, Ιακωβίδης και όχι μόνο. Οι ζωγράφοι του δικού μας Λούβρου. Εκεί χάνεται η αίσθηση του μέτρου, χάνεται το έργο των Νικολάου Λύτρα, Σαββίδη, Μιχάλη Οικονόμου, Παρθένη, Μπουζιάνη, Στέρη, Μαλέα, Παπαλουκά. Καταρρέουμε στην αισθητική Ευριπίδη Κουτλίδη και άλλων δωρητών που κανείς δεν αποφασίζει να ελέγξει. Ο Πάνος Σαραφιανός αγνοείται, σε κοινή μοίρα ο δικός σας που και από το Ε.Μ.Πολυτεχνείο αγνοείται, Τάκης Μάρθας. Αρχιτέκτονας , ζωγράφος και καθηγητής της Σχολής όπου διδάσκετε. Πρωτοπόρος της αφαίρεσης την δεκαετία του 50 με αρχιτεκτονική αντίληψη εισάγει την έννοια της κατασκευής. Το παράδειγμά του ακολουθούν ο Φατούρος με τους συνεργάτες του Λεφάκη, Σαχίνη.

Μελίτα Εμμανουήλ Διακρίνω κάποια μελαγχολική διαμαρτυρία στην τοποθέτησή σας… Είναι γεγονός ότι η Εθνική μας Πινακοθήκη περιλαμβάνει εκτός από τους σημαντικούς καλλιτέχνες που αναφέρατε και πολλά έργα που είναι μέτρια. Πάλι καλά όμως που υπήρξαν και ορισμένοι φωτισμένοι συλλέκτες και δώρησαν τα έργα τους στο κράτος.
Πριν από ένα χρόνο είχα μια ενδιαφέρουσα εμπειρία με μία ομάδα ξένων φοιτητών αρχιτεκτονικών σχολών, από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία, που ήρθαν στο Πολυτεχνείο με το πρόγραμμα των ανταλλαγών «Εράσμους». Ανέλαβα να τους κάνω ένα μάθημα για την νεοελληνική τέχνη στην Εθνική Πινακοθήκη. Ήταν πολύ δύσκολο να δώσω στα παιδιά αυτά, που ενδιαφέρονταν πραγματικά, μία σαφή και συνοπτική εικόνα της εξέλιξης της νεοελληνικής τέχνης. Συνειδητοποίησα για άλλη μια φορά ότι η ακολουθία των έργων αντανακλά μεταξύ άλλων και την πονεμένη ιστορία του νεοελληνικού κράτους, από την ίδρυσή του, με τρόπους έκφρασης που οφείλονται στις τόσες διαφορετικές ευρωπαϊκές επιρροές. Είναι δε τόσο δυνατή αυτή η αίσθηση που έργα σαν του Νίκου Λύτρα, του Παπαλουκά και του Οικονόμου «χάνονται». Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι η ελληνική τέχνη στερήθηκε από αυτήν την τόσο σημαντική για την εξέλιξη του πολιτισμού εποχή, το Μπαρόκ και ότι από τη μεταβυζαντινή περίοδο βρέθηκε στην ουσία στον 19ο αιώνα…
Από τότε, όμως, ονειρεύομαι μία Εθνική Πινακοθήκη με χρωματισμένους τοίχους που να αναδεικνύουν και τα πιο μέτρια έργα. Χωρισμένη σε «περιβάλλοντα» σαν ατελιέ, που θα φέρουν χαρακτηριστικά κάθε εποχής και περιοχής που αντιπροσωπεύουν, όπως έπιπλα, αντικείμενα, οικογενειακά κειμήλια. Τα έργα του Παρθένη, του Νίκου Λύτρα, του Παπαλουκά και των ανθρώπων αυτών που διαμόρφωσαν την πιο αυθεντική νεοελληνική καλλιτεχνική έκφραση, να βρίσκονται μόνα τους, σαν σε μία έκθεση μέσα στην έκθεση, για να αντιλαμβάνεται ο επισκέπτης τις ξεχωριστές και συγκινητικές τους ποιότητες. Τέλος, φαντάζομαι και ένα χώρο ανοιχτό σε μεγάλες εκθέσεις με έργα Ελλήνων καλλιτεχνών που δημιούργησαν μέσα στα τελευταία πενήντα χρόνια. Να μελετήσουμε βεβαίως τα έργα αυτών που έγιναν γνωστοί στο εξωτερικό, όπως είναι ο Κουνέλλης ή η Χρύσα, αλλά να γνωρίσουμε και το έργο των καλλιτεχνών που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, όχι μόνο των δασκάλων που έχουν πεθάνει, όπως ο Τάκης Μάρθας, αλλά και αυτών που είναι ζωντανοί! Έχουμε ένα μεγάλο αριθμό καθηγητών για τα καλλιτεχνικά μαθήματα στις Ανώτατες Σχολές μας, των οποίων το έργο είναι σημαντικό και το γνωρίζουμε ελάχιστα. Υπάρχουν ακόμη και τόσοι άλλοι ζωγράφοι και γλύπτες που ανήκουν στη γενιά μας με έργο εξαιρετικά ενδιαφέρον που πραγματικά αξίζει να το προβάλουμε.

Χρήστος Ν. Θεοφίλης Εγώ δεν θα σας κατηγορήσω για συνενοχή με ό,τι προασπίζεστε. Είστε στο εκλεκτορικό σώμα και πριν εισηγηθείτε η ψηφίσετε, στα καθήκοντά σας είναι να διαβάσετε το διδακτορικό των υποψηφίων διδασκόντων στην ιστορία της τέχνης. Ειλικρινά το συνυπογράφετε; Εδώ και μία τριακονταετία διαβάζω διδακτορικές διατριβές που έχουν εκδοθεί. Κρατώ αυτές που στην ειδική δύναμη των λέξεων ανακαλούν εικόνες τέχνης. Οι άλλες καταρρέουν αν και εμπεριέχουν καταπληκτική βιβλιογραφία. Καταρρέουν σε ανεπαρκείς φιλολογικές γενικότητες, έρμαια του ατομικού εγωισμού και της λεξιλαγνίας. Διεισδύουν στο έργο με τη γοητευτική επίδραση των λέξεων, με ασυνείδητο τρόπο. Οι συνοπτικοί συλλογισμοί, οι διαβεβαιώσεις, αυτό το είδος της ευγλωττίας είναι επικίνδυνο για την τέχνη. Γενικές απόψεις με συναρπαστικά λόγια στην υπερβολή των συναισθημάτων. Ανεπαρκής η ικανότητά τους για συλλογισμούς και έλλειψη κριτικού πνεύματος. Το αναγνωστικό κοινό κάτω από το βάρος του γοήτρου του συγγραφέα που διαμόρφωσε η κατοχή της ιδιότητας του ιστορικού, υιοθετεί τις πλάνες και τις φλυαρίες.

Μελίτα Εμμανουήλ Μπορείτε άνετα και να με κατηγορήσετε, αν θέλετε! Εδώ θίγετε ένα θέμα που είναι γνωστό σε όλους τους διδάσκοντες που συμμετέχουν σε εκλεκτορικά σώματα. Υπάρχουν διδακτορικά που είναι σημαντικά ερευνητικά κείμενα με πρωτότυπα συμπεράσματα, τα οποία προϋποθέτουν μακρόχρονη και συστηματική μελέτη και άλλα που τα διαβάζουμε και δεν καταλαβαίνουμε το λόγο για τον οποίο γράφτηκαν. Ένα καλό διδακτορικό στην ιστορία της τέχνης δεν πρέπει να περιλαμβάνει φιλολογικές γενικότητες, ούτε εγωιστικά αποφθεύγματα, φλυαρίες ή συναισθηματικές εκφράσεις, διότι ο συγγραφέας του είναι κατ’ αρχήν επιστήμων που μέσα από την κοπιαστική έρευνα πρέπει να καταλήξει σε συμπεράσματα και να θέσει και ο ίδιος μία βάση για τους επόμενους ερευνητές. Θυμάμαι ότι όταν είχα ολοκληρώσει το διδακτορικό μου αισθανόμουν σαν να είχε περάσει από πάνω μου ένας οδοστρωτήρας και με είχε ισιώσει!
Το ενδιαφέρον είναι ότι όλοι, τόσο οι συγγραφείς των διδακτορικών, όσο και τα μέλη των εκλεκτορικών σωμάτων γνωρίζουμε καλά ποια είναι τα αξιόλογα και ποια όχι. Άλλωστε αυτό διαπιστώνεται στη συνέχεια και από τις αναφορές ή παραπομπές σε αυτά από τους άλλους επιστήμονες. Οι υποψήφιοι για μία θέση διδάσκοντος σε ανώτατο ίδρυμα θα πρέπει να συγκεντρώσουν αυτές τις παραπομπές και να τις συμπεριλάβουν στο βιογραφικό τους σημείωμα. Αν ο αριθμός αυτών των σημειώσεων είναι μεγάλος, τότε κατά κανόνα σημαίνει σοβαρότητα και πρωτοτυπία. Αν δεν υπάρχουν παραπομπές, τότε αυτό πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις.
Όμως, για τους επιστήμονες που υποβάλλουν υποψηφιότητα για μία θέση διδάσκοντος δεν αρκεί μόνο ένα διδακτορικό. Σύμφωνα με το νόμο ακόμη και για τη θέση λέκτορα απαιτούνται και άλλες δημοσιεύσεις σε διεθνούς κύρους επιστημονικά περιοδικά, που έχουν μία επιτροπή με κριτές, ανακοινώσεις σε διεθνή συνέδρια, καθώς και διδασκαλία σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αισιόδοξο είναι ότι τα τελευταία χρόνια, ανάμεσα στους υποψηφίους που εμφανίζονται για τέτοιες θέσεις, υπάρχουν αρκετοί νέοι επιστήμονες με καλές σπουδές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και με σημαντικές εργασίες. Θέλω να πιστεύω ότι από εδώ και πέρα θα εκλέγονται πάντοτε οι καλύτεροι.

Χρήστος Ν. Θεοφίλης Το επίκτητο γόητρο του ιστορικού πολλές φορές από θεσμικό ιδιωτεύει. Αποσπά την αμοιβή προσφέροντας υπογραφή και λόγο που εκδηλώνει με δακρύβρεχτα κείμενα την ηθικότητά του. Οι προσεγγίσεις φασόν αυτού του τύπου εξαφανίζονται στην καύση του εφήμερου παραληρήματος και στην πελατειακή σχέση. Εξασφάλισαν στον εικαστικό μια αναδημοσίευση-υποβολή στα ΜΜΕ και πεθαίνουν ως ντοκουμέντα της έκθεσης στα επιμελή αρχεία του. Όλα υποκύπτουν στον μηχανισμό της εφήμερης πληροφορίας των μερικών γραμμών που ούτε καν καταγράφεται στη μνήμη του αναγνώστη.

Μελίτα Εμμανουήλ:Αγαπητέ μου κύριε Θεοφίλη πόσο δίκιο έχετε! Πραγματικά ορισμένες φορές χρησιμοποιούμε εντυπωσιακές εκφράσεις όταν γράφουμε για το στυλ. Γινόμαστε λογοτέχνες όταν αναλύουμε ένα έργο, ποιητές όταν αναφερόμαστε στα χρώματα, προσπαθούμε να ανακαλύψουμε τις πιο δύσκολες και περισπούδαστες εκφράσεις για να ανταποκριθούμε και να μεταδώσουμε στον αναγνώστη αυτό που είναι τελικά η μαγεία ενός έργου τέχνης! Με καθησυχάζει λίγο το γεγονός ότι η αγωνία αυτή –γιατί δεν είναι καθόλου εύκολο να γράψεις κριτική τέχνης ή να προλογίσεις έναν καλλιτέχνη στην έκθεσή του- έχει τις ρίζες της σε μία παράδοση που φτάνει μέχρι τον 18ο αιώνα τουλάχιστον. Ας μη ξεχνάμε ότι οι πρώτοι κριτικοί τέχνης ήταν λογοτέχνες και ποιητές και ότι το κείμενο που έγραψε ο ποιητής Στεφάν Μαλλαρμέ για τον Εδουάρδο Μανέ είναι ό, τι καλύτερο έχει γραφτεί μέχρι σήμερα για τον τόσο σημαντικό αυτό ζωγράφο.
Συχνά και το ίδιο το έργο οδηγεί την πένα του θεωρητικού, ενώ το κοινό που θα διαβάσει το κείμενο φαίνεται ότι εντυπωσιάζεται περισσότερο από πιο ποιητικές και λογοτεχνικές εκφράσεις. Πιστεύω, όμως, ότι τα κείμενα κριτικής ή παρουσίασης ενός καλλιτέχνη θα πρέπει να είναι πραγματικές μελέτες, με την έρευνα, τις συγκρίσεις , την ανάλυση και τα συμπεράσματά τους. Είναι ενδιαφέρον ότι μόνο μετά από αυτήν τη συστηματική ανάλυση μπορεί να είναι βέβαιος και ο θεωρητικός αν το έργο, για το οποίο γράφει, αξίζει τελικά ή όχι. Όταν η προσέγγιση είναι ειλικρινής και όχι απλά ευγενική, τότε το κείμενο μπορεί να μείνει και στην ιστορία.
Όσον αφορά στην αμοιβή του θεωρητικού, πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να πληρώνονται για την εργασία τους. Ο νόμος δεν απαγορεύει και στους πανεπιστημιακούς να λάβουν μία αμοιβή για κάτι που γράφουν και που σχετίζεται με την επιστήμη τους. Ίσως τελικά οι «θεσμικοί» που «αποσπούν αμοιβές» να είναι οι πραγματικοί επαγγελματίες, ενώ οι άλλοι απλοί ερασιτέχνες. Άλλωστε, η ποιότητα και η δύναμη ενός κειμένου δεν νομίζω ότι εξαρτάται από αυτήν τη «λεπτομέρεια». Εσείς τι λέτε;

Χρήστος Ν. Θεοφίλης Ως καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου έχει επιτευχθεί η συνεργασία καλλιτεχνικών μαθημάτων και ιστορικών της τέχνης;

Μελίτα Εμμανουήλ Χαίρομαι πραγματικά που μου θέσατε αυτή την ερώτηση! Τον Ιούλιο που τελείωνε η ακαδημαϊκή χρονιά είχα μία πολύ ωραία εμπειρία. Ξέρετε, στην σχολή μας οι σπουδαστές που διανύουν το ένατο εξάμηνο των σπουδών τους είναι υποχρεωμένοι να συντάξουν μία εκτενή εργασία με την οποία να αποδεικνύουν την ικανότητά τους στο ερευνητικό επίπεδο. Στην περίοδο των εξετάσεων παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους σε μία διάλεξη που πραγματοποιούν ενώπιον τριμελούς εξεταστικής επιτροπής και κοινού. Σε μία ανάλογη περίπτωση-στον τομέα της ιστορίας- μέλος της επιτροπής ήταν ο ζωγράφος Περικλής Γουλάκος. Από τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο προσέγγισε το θέμα και τις ιδιαίτερες γνώσεις του ωφεληθήκαμε όλοι, τόσο οι φοιτητές που ήταν παρόντες, όσο και εμείς οι ιστορικοί, που σας ομολογώ δεν θέλαμε να τον αφήσουμε να φύγει!.
Κύριε Θεοφίλη, μετά από πολλά χρόνια, πιστεύω τελικά, ότι ενώ τα καλλιτεχνικά μαθήματα είναι άμεσα συνδεδεμένα με την ιστορία της τέχνης, εν τούτοις είναι πολύ πιο σημαντικά από την ιστορία. Άλλωστε, χωρίς τους καλλιτέχνες εμείς οι ιστορικοί δεν θα είχαμε και αντικείμενο, έτσι δεν είναι; Αν θα τοποθετούσαμε αυτές τις δύο «αξίες» τη μία δίπλα στην άλλη, θα διαπιστώναμε ότι ο καλλιτέχνης διαθέτει την ευαισθησία, μπορεί πιο εύκολα να αποκωδικοποιήσει μηνύματα και να λύσει τα μυστήρια ενός έργου τέχνης, γιατί αντιλαμβάνεται τα πράγματα «από μέσα». Σε μία θεωρητική προσέγγιση όμως είναι πιθανόν να του λείπει το σύστημα, η επιστημονική μέθοδος, δηλαδή, την οποία αποκτά ο ιστορικός μετά από χρόνια εργασίας στις βιβλιοθήκες. Θεωρώ ακόμα ότι είναι πολύ σημαντικό ο ιστορικός σε κάποιο στάδιο της ζωής του, ίσως κατά τη διάρκεια των σπουδών του, να αποκτά και ο ίδιος εμπειρία στην καλλιτεχνική διαδικασία, να «λερώνει τα χέρια του με το χρώμα», για να μπορεί να αισθάνεται και αυτός, έστω και λίγο, την αγωνία και τη χαρά ταυτόχρονα, που βιώνει ο καλλιτέχνης .
Ως προς το ερώτημά σας που αφορά στην συνεργασία των δύο μαθημάτων, θα έλεγα ότι οραματίζομαι μία ιδεατή συνεργασία, όπου ο ένας θα εμπλουτίζεται από την επικοινωνία του με τον άλλο. Στις θέσεις που βρισκόμαστε νομίζουμε ότι τα ξέρουμε όλα και τείνουμε να λησμονήσουμε τη σημασία που έχει να είναι κανείς μαθητής.
//////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////
Βιογραφικό
Μελίτα Εμμανουήλ
είναι πτυχιούχος του τμήματος κλασσικής φιλολογίας και του τμήματος ιστορίας και αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έχει παρακολουθήσει μεταπτυχιακά μαθήματα και σεμινάρια στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και έλαβε το διδακτορικό της δίπλωμα από τη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Οι μελέτες της αφορούν στην ευρωπαϊκή και ελληνική τέχνη του 19ου και 20ου αιώνα καθώς και στην βυζαντινή τέχνη. Έχει ασχοληθεί με το έργο σύγχρονων Ελλήνων δημιουργών όπως και με τη ζωγραφική σε μνημεία της Εύβοιας, της Λακωνίας, της Κύπρου και του Μυστρά.
Σήμερα είναι καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν . ΘΕΟΦΙΛΗΣ
ΒΑΣΩ ΚΑΤΡΑΚΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν . ΘΕΟΦΙΛΗΣ
ΒΑΣΩ ΚΑΤΡΑΚΗ
Η κόρη του Γιώργη Λεονάρδου και της Θεοδώρας Σαρλή, Βάσω Κατράκη, γεννημένη στις 5 Ιουλίου 1914 στη στεριά και θάλασσα, στο νησάκι του Αιτωλικού το αποφάσισε..
«Πώς έγινε έτσι άξαφνα αυτό, δεν το κατάλαβα. Χίλιες καμπάνες χτυπήσανε μέσα μου, κι έχασα τον κόσμο. Από τότε, δεν είχα τίποτε άλλό στο μυαλό μου νύχτα και μέρα. » Β. Κ.
… Γράφεται το 1936 στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με Καθηγητές τούς Παρθένη και Κεφαλληνό.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΚΕΦΑΛΛΗΝΟΥ
«Ο Κεφαλλήνιος (1894-1957) ήταν πολύ διαβασμένος και σοφός άνθρωπος. Εκεί καταρτίστηκα θεωρητικά, γιατί ως τότε μόνο η εμπειρία με καθοδηγούσε. Είχε όλον αυτόν τον θεωρητικό εξοπλισμό και τερατώδη μόρφωση και ενίσχυε όλη την διδασκαλία του με διάφορα βιβλία που έφερνε στο εργαστήριο.» Β. Κ.
ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Με πρόταση Κεφαλληνού, ο Σύλλογος καθηγητών της ΑΣΚΤ αποφασίζει τη δημιουργία «διαφημιστικών πινάκων εθνικής σκοπιμότητος», για την εμψύχωση του λαού. Οι σπουδαστές αρνούνται…
«Εμείς τότε, ήμασταν αντιμιλιταριστές, ακολουθώντας τη "γραμμή" του Ριζοσπάστη. Ο Κεφαλληνός τράβαγε τα μαλλιά του για να μας εξηγήσει πως ο τότε πόλεμος ήταν αμυντικός και όχι κατακτητικός κι ότι παίζαμε το παιχνίδι των φασιστών. Εμείς, επειδή ακολουθούσαμε λαθεμένη καθοδήγηση, τραβάγαμε στις αφίσες μια γραμμή την ημέρα. Ύστερα όμως μας μήνυσαν πως κάναμε λάθος γιατί μας καθοδηγούσε ένας δεύτερος Ριζοσπάστης που έβγαζε η Ασφάλεια. Από τη μια μέρα στην άλλη αλλάξαμε τακτική, πέσαμε με τα μούτρα στη δουλειά και σύντομα τελειώσαμε τις αφίσες» Β.Κ.
Τις αφίσες εγκρίνει ο Μεταξάς και «για τους στρατιώτες» της Βάσως(1914-1988), «έδωσες εσύ;» του Α. Τάσσου (1914-1985), «έλα να τα πάρης» του Κώστα Γραμματόπουλου (1916-2003), τυπώνονται δέκα χιλιάδες.
ΚΑΤΟΧΗ
Το 1942 η Κατράκη συγκαταλέγεται στα μέλη του ΕΑΜ Καλλιτεχνών.
Χαράζει σε όρθιο ξύλο για προκηρύξεις και αφίσες. Αποφασίζει να επιστρέψει στο Εργαστήριο Χαρακτικής μολονότι πτυχιούχος - αποφοίτησε το 1940. Ο Κεφαλληνός, έχει διαθέσει το Εργαστήριο και κατευθύνει τους μαθητές του στην αντίσταση. Υπήρχε διάχυτη η φήμη ότι το Εργαστήριό του αποτελούσε φωλιά κομμουνιστών.
«Τι να πρωτοπώ για την Κατοχή; Μέσα στο εργαστήριο της χαρακτικής τυπώναμε ένσημα του αγώνα, κάρτες με επικαιρότητα και αφίσες ακόμα. Εκεί βρίσκαμε ζεστασιά, υλικά, μοντέλα και πάνω απ’ όλα τη συγκατάθεση του δασκάλου που μας κοίταζε και έλεγε μόνο "προσέχετε". Κατά βάθος θα καμάρωνε. Οργανώθηκε μια πλατιά ομάδα καλλιτεχνών που δουλεύανε για όλες τις ανάγκες της αντίστασης. Αυτή η ομάδα είχε μεγάλη δράση στο κέντρο της Αθήνας και οι συνοικίες είχαν τις δικές τους καλλιτεχνικές ομάδες Υπήρξε εποχή που οι τοίχοι της Αθήνας ήταν σαν ταπετσαρίες απ’ τις αφίσες, η κάθε συνοικία είχε και τα δικά της τα συνεργεία» Β.Κ.

ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ… οδηγηθήκαμε λάθος
«Καθημαγμένη, ματωμένη, προδομένη στάθηκε η δικιά μου γενιά. Όλα μας πήγανε κόντρα. Και ύστερα από αυτά προσπαθούμε να σταθούμε όρθιοι ανάμεσα σε ερείπια, σε σκελετούς, σε σκοτωμένους και σε ήρωες. Εμείς, η δικιά μας η γενιά, με τα ίδια της τα χέρια, καθώς λέει η Αντιγόνη, κατεβάσαμε στον Άδη και τους σκοτωμένους μας και τους ήρωές μας. θυμάμαι όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα να σπουδάσω. Έφυγα από την πατρίδα μου με την πίκρα και την αίσθηση ότι εκεί πέρα ο άνθρωπος του μόχθου βασανίζονταν από τη χαμοζωή, από το μεροκάματο της πείνας και του τρόμου. Να λοιπόν το πρώτο όνειρο, η μεγάλη αγωνία, οι αρχικοί αγώνες -ενάντια στην κοινωνική αδικία και εκμετάλλευση. Από την άλλη η δικτατορία του Μεταξά και του Γεωργίου, το στυγνό κράτος της Τετάρτης Αυγούστου κι αμέσως μετά η δύσκολη και αδίσταχτη γερμανοϊταλική Κατοχή. Αποδώ ξεκινάει το άλλο μέρος του ονείρου, το μεγάλο αίτημα της γενιάς μου -η Αντίσταση και η πάλη για την ελευθερία. Στην πάλη αυτή για την κοινωνική δικαιοσύνη και την ελευθερία, η γενιά μου δεν έδωσε μονάχα τον καλύτερο εαυτό της, αλλά ό,τι είχε και δεν είχε. Κι όχι μονάχα τη ζωή της κι όχι μονάχα το αίμα της -αλλά και το όνειρο και την ύπαρξή της. Η "επανάσταση" της όμως εκείνη σκεπάστηκε ξαφνικά από νεκρούς και ερείπια. Και μαζί, από την απογοήτευση ότι οδηγηθήκαμε λάθος. Και στο τέλος μας είπανε και προδότες και μας ρίξανε στη χάψη» Β. Κ.
ΜΗΤΡΑ ΧΑΡΑΞΗΣ… ψαμμίτης λίθος
«διερευνώντας τους παραδοσιακούς τρόπους χάραξης πάνω στα καθιερωμένα υλικά, όπως στο όρθιο και στο πλάγιο ξύλο, στο χαλκό κλπ., ένιωσα σιγά σιγά να εξαντλούνται οι εκφραστικοί τρόποι που ταίριαζαν στην ιδιοσυγκρασία μου. Στην περιπλάνηση των αναζητήσεών μου για το υλικό που θα εκπλήρωνε τις εκφραστικές μου ανάγκες, στάθηκα στον ψαμμίτη λίθο, που με την αδρή του επιφάνεια και την αδιερεύνητη περιοχή του, μου άνοιξε το δρόμο για τα μεγάλα σχήματα και στη βαθιά κι ελεύθερη χειρονομία. Η επαφή μου με την τραχιά αυτή κρητική πέτρα με οδήγησε και στην αναζήτηση καινούριων εργαλείων. Ο μαστρακάς και τα καλέμια των γλυπτών με βοήθησαν σ' αυτό. Με βαθιές εγκοπές, με σκληρά γδαρσίματα, με απότομα ή ελαφρά περάσματα από τα μαύρα στ’ άσπρα κι αντίθετα, προσπάθησα να κατακτήσω την άγνωστη γλώσσα του καινούριου αυτού υλικού και να του αποσπάσω τα μυστικά, που θα βοηθούσαν στην έκφραση των αναγκών μου» Β. Κ.
ΒΑΣΩ ΚΑΤΡΑΚΗ…(5 Ιουλίου 1914 -27 Δεκέμβρη 1988)
Το έργο της εμπεριέχει την στιβαρότητα του σχεδίου των νεκρικών πορτρέτων της πόλης της Αιγύπτου Φαγιούμ. Την φόρμα των γλυπτών του Αλμπέρτο Τζιακομέτι (Alberto Giacometti, 1901 - 1966) που δεν επιδιώκει να δείξει την ανθρώπινη φιγούρα αλλά τη σκιά της. Την θρησκευτική γυμνότητα των κυκλαδικών ειδωλίων και όλα μετουσιωμένα ως επιτάφιες λίθινες στήλες σε τύμβο θλίψης ερείπιων και ηρώων.
Βάσω Κατράκη της λιμνοθάλασσας παιδί, ενταγμένη στα κοινωνικά κινήματα και ελεύθερη συνάμα, μας μεταφέρει στην τέχνη με επική εικαστική αφήγηση και όχι κομματική στρατευμένη γραφή πειθαρχεία. Η τέχνη δεν είναι υπόθεση ταξική αλλά αίσθηση και έκφραση των κοινωνιών και του πολισμού τους. Έτυχε στις αγωνίες της να συνομιλήσει με τον ψαμμίτη λίθο και αυτός να της παραδοθεί ως μήτρα χάραξης…έτσι το θέλει η έκφραση να συναντιέσαι, να σε ταξιδεύει, να την ταξιδεύεις και να χάνεται ή να παραμένει ως μοίρα ….η Κατράκη δεν δεσμεύεται στον αριστερό στοχασμό της εποχής της, καταθέτει επιτύμβια απογοήτευσης, του «οδηγηθήκαμε λάθος». Διατηρεί τις εκτυπωτικές λίθινες μήτρες (ενώ όταν καθορίζεται ο αριθμός αντιτύπων, η μήτρα αχρηστεύεται για να αποφευχθούν τα κλεψίτυπα) και μας καταδεικνύει ότι αυτό είναι το έργο της όπως οι αρχαίοι σφραγιδόλιθοι και επιγραφές- τα πρώτα χαρακτικά έργα του ελληνικού πολιτισμού.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν . ΘΕΟΦΙΛΗΣ 
ΕΚΘΕΣΗ
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ-ΓΛΥΠΤΙΚΗΣ-ΧΑΡΑΚΤΙΚΗΣ

Dimitra Siaterli
Pandolfini Giuseppe
Magda Siamkouri
Γιώργος Γιομελάκης
Kallirroi Katsafana

Ομαδική Έκθεση
στην μνήμη της ΒΑΣΩΣ ΚΑΤΡΑΚΗ
24/3 - 24/4 /2020
EPsilon Art Gallery
Επιμέλεια - Πρόταση
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ

EPsilon Art Gallery, Loutraki
Μέλος του Πανελληνίου Συνδέσμου Αιθουσών Τέχνης (ΠΣΑΤ)
Παναγίας Γιάτρισσας12
Loutraki, Korinthia, Greece
Κλήση 697 787 8481

ΧΡΗΣΤΟΣ Ν . ΘΕΟΦΙΛΗΣ
ΒΑΣΩ ΚΑΤΡΑΚΗ
Η κόρη του Γιώργη Λεονάρδου και της Θεοδώρας Σαρλή, Βάσω Κατράκη, γεννημένη στις 5 Ιουλίου 1914 στη στεριά και θάλασσα, στο νησάκι του Αιτωλικού το αποφάσισε..
«Πώς έγινε έτσι άξαφνα αυτό, δεν το κατάλαβα. Χίλιες καμπάνες χτυπήσανε μέσα μου, κι έχασα τον κόσμο. Από τότε, δεν είχα τίποτε άλλό στο μυαλό μου νύχτα και μέρα. » Β. Κ.
… Γράφεται το 1936 στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με Καθηγητές τούς Παρθένη και Κεφαλληνό.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΚΕΦΑΛΛΗΝΟΥ
«Ο Κεφαλλήνιος (1894-1957) ήταν πολύ διαβασμένος και σοφός άνθρωπος. Εκεί καταρτίστηκα θεωρητικά, γιατί ως τότε μόνο η εμπειρία με καθοδηγούσε. Είχε όλον αυτόν τον θεωρητικό εξοπλισμό και τερατώδη μόρφωση και ενίσχυε όλη την διδασκαλία του με διάφορα βιβλία που έφερνε στο εργαστήριο.» Β. Κ.
ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Με πρόταση Κεφαλληνού, ο Σύλλογος καθηγητών της ΑΣΚΤ αποφασίζει τη δημιουργία «διαφημιστικών πινάκων εθνικής σκοπιμότητος», για την εμψύχωση του λαού. Οι σπουδαστές αρνούνται…
«Εμείς τότε, ήμασταν αντιμιλιταριστές, ακολουθώντας τη "γραμμή" του Ριζοσπάστη. Ο Κεφαλληνός τράβαγε τα μαλλιά του για να μας εξηγήσει πως ο τότε πόλεμος ήταν αμυντικός και όχι κατακτητικός κι ότι παίζαμε το παιχνίδι των φασιστών. Εμείς, επειδή ακολουθούσαμε λαθεμένη καθοδήγηση, τραβάγαμε στις αφίσες μια γραμμή την ημέρα. Ύστερα όμως μας μήνυσαν πως κάναμε λάθος γιατί μας καθοδηγούσε ένας δεύτερος Ριζοσπάστης που έβγαζε η Ασφάλεια. Από τη μια μέρα στην άλλη αλλάξαμε τακτική, πέσαμε με τα μούτρα στη δουλειά και σύντομα τελειώσαμε τις αφίσες» Β.Κ.
Τις αφίσες εγκρίνει ο Μεταξάς και «για τους στρατιώτες» της Βάσως(1914-1988), «έδωσες εσύ;» του Α. Τάσσου (1914-1985), «έλα να τα πάρης» του Κώστα Γραμματόπουλου (1916-2003), τυπώνονται δέκα χιλιάδες.
ΚΑΤΟΧΗ
Το 1942 η Κατράκη συγκαταλέγεται στα μέλη του ΕΑΜ Καλλιτεχνών.
Χαράζει σε όρθιο ξύλο για προκηρύξεις και αφίσες. Αποφασίζει να επιστρέψει στο Εργαστήριο Χαρακτικής μολονότι πτυχιούχος - αποφοίτησε το 1940. Ο Κεφαλληνός, έχει διαθέσει το Εργαστήριο και κατευθύνει τους μαθητές του στην αντίσταση. Υπήρχε διάχυτη η φήμη ότι το Εργαστήριό του αποτελούσε φωλιά κομμουνιστών.
«Τι να πρωτοπώ για την Κατοχή; Μέσα στο εργαστήριο της χαρακτικής τυπώναμε ένσημα του αγώνα, κάρτες με επικαιρότητα και αφίσες ακόμα. Εκεί βρίσκαμε ζεστασιά, υλικά, μοντέλα και πάνω απ’ όλα τη συγκατάθεση του δασκάλου που μας κοίταζε και έλεγε μόνο "προσέχετε". Κατά βάθος θα καμάρωνε. Οργανώθηκε μια πλατιά ομάδα καλλιτεχνών που δουλεύανε για όλες τις ανάγκες της αντίστασης. Αυτή η ομάδα είχε μεγάλη δράση στο κέντρο της Αθήνας και οι συνοικίες είχαν τις δικές τους καλλιτεχνικές ομάδες Υπήρξε εποχή που οι τοίχοι της Αθήνας ήταν σαν ταπετσαρίες απ’ τις αφίσες, η κάθε συνοικία είχε και τα δικά της τα συνεργεία» Β.Κ.

ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ… οδηγηθήκαμε λάθος
«Καθημαγμένη, ματωμένη, προδομένη στάθηκε η δικιά μου γενιά. Όλα μας πήγανε κόντρα. Και ύστερα από αυτά προσπαθούμε να σταθούμε όρθιοι ανάμεσα σε ερείπια, σε σκελετούς, σε σκοτωμένους και σε ήρωες. Εμείς, η δικιά μας η γενιά, με τα ίδια της τα χέρια, καθώς λέει η Αντιγόνη, κατεβάσαμε στον Άδη και τους σκοτωμένους μας και τους ήρωές μας. θυμάμαι όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα να σπουδάσω. Έφυγα από την πατρίδα μου με την πίκρα και την αίσθηση ότι εκεί πέρα ο άνθρωπος του μόχθου βασανίζονταν από τη χαμοζωή, από το μεροκάματο της πείνας και του τρόμου. Να λοιπόν το πρώτο όνειρο, η μεγάλη αγωνία, οι αρχικοί αγώνες -ενάντια στην κοινωνική αδικία και εκμετάλλευση. Από την άλλη η δικτατορία του Μεταξά και του Γεωργίου, το στυγνό κράτος της Τετάρτης Αυγούστου κι αμέσως μετά η δύσκολη και αδίσταχτη γερμανοϊταλική Κατοχή. Αποδώ ξεκινάει το άλλο μέρος του ονείρου, το μεγάλο αίτημα της γενιάς μου -η Αντίσταση και η πάλη για την ελευθερία. Στην πάλη αυτή για την κοινωνική δικαιοσύνη και την ελευθερία, η γενιά μου δεν έδωσε μονάχα τον καλύτερο εαυτό της, αλλά ό,τι είχε και δεν είχε. Κι όχι μονάχα τη ζωή της κι όχι μονάχα το αίμα της -αλλά και το όνειρο και την ύπαρξή της. Η "επανάσταση" της όμως εκείνη σκεπάστηκε ξαφνικά από νεκρούς και ερείπια. Και μαζί, από την απογοήτευση ότι οδηγηθήκαμε λάθος. Και στο τέλος μας είπανε και προδότες και μας ρίξανε στη χάψη» Β. Κ.
ΜΗΤΡΑ ΧΑΡΑΞΗΣ… ψαμμίτης λίθος
«διερευνώντας τους παραδοσιακούς τρόπους χάραξης πάνω στα καθιερωμένα υλικά, όπως στο όρθιο και στο πλάγιο ξύλο, στο χαλκό κλπ., ένιωσα σιγά σιγά να εξαντλούνται οι εκφραστικοί τρόποι που ταίριαζαν στην ιδιοσυγκρασία μου. Στην περιπλάνηση των αναζητήσεών μου για το υλικό που θα εκπλήρωνε τις εκφραστικές μου ανάγκες, στάθηκα στον ψαμμίτη λίθο, που με την αδρή του επιφάνεια και την αδιερεύνητη περιοχή του, μου άνοιξε το δρόμο για τα μεγάλα σχήματα και στη βαθιά κι ελεύθερη χειρονομία. Η επαφή μου με την τραχιά αυτή κρητική πέτρα με οδήγησε και στην αναζήτηση καινούριων εργαλείων. Ο μαστρακάς και τα καλέμια των γλυπτών με βοήθησαν σ' αυτό. Με βαθιές εγκοπές, με σκληρά γδαρσίματα, με απότομα ή ελαφρά περάσματα από τα μαύρα στ’ άσπρα κι αντίθετα, προσπάθησα να κατακτήσω την άγνωστη γλώσσα του καινούριου αυτού υλικού και να του αποσπάσω τα μυστικά, που θα βοηθούσαν στην έκφραση των αναγκών μου» Β. Κ.
ΒΑΣΩ ΚΑΤΡΑΚΗ…(5 Ιουλίου 1914 -27 Δεκέμβρη 1988)
Το έργο της εμπεριέχει την στιβαρότητα του σχεδίου των νεκρικών πορτρέτων της πόλης της Αιγύπτου Φαγιούμ. Την φόρμα των γλυπτών του Αλμπέρτο Τζιακομέτι (Alberto Giacometti, 1901 - 1966) που δεν επιδιώκει να δείξει την ανθρώπινη φιγούρα αλλά τη σκιά της. Την θρησκευτική γυμνότητα των κυκλαδικών ειδωλίων και όλα μετουσιωμένα ως επιτάφιες λίθινες στήλες σε τύμβο θλίψης ερείπιων και ηρώων.
Βάσω Κατράκη της λιμνοθάλασσας παιδί, ενταγμένη στα κοινωνικά κινήματα και ελεύθερη συνάμα, μας μεταφέρει στην τέχνη με επική εικαστική αφήγηση και όχι κομματική στρατευμένη γραφή πειθαρχεία. Η τέχνη δεν είναι υπόθεση ταξική αλλά αίσθηση και έκφραση των κοινωνιών και του πολισμού τους. Έτυχε στις αγωνίες της να συνομιλήσει με τον ψαμμίτη λίθο και αυτός να της παραδοθεί ως μήτρα χάραξης…έτσι το θέλει η έκφραση να συναντιέσαι, να σε ταξιδεύει, να την ταξιδεύεις και να χάνεται ή να παραμένει ως μοίρα ….η Κατράκη δεν δεσμεύεται στον αριστερό στοχασμό της εποχής της, καταθέτει επιτύμβια απογοήτευσης, του «οδηγηθήκαμε λάθος». Διατηρεί τις εκτυπωτικές λίθινες μήτρες (ενώ όταν καθορίζεται ο αριθμός αντιτύπων, η μήτρα αχρηστεύεται για να αποφευχθούν τα κλεψίτυπα) και μας καταδεικνύει ότι αυτό είναι το έργο της όπως οι αρχαίοι σφραγιδόλιθοι και επιγραφές- τα πρώτα χαρακτικά έργα του ελληνικού πολιτισμού.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν . ΘΕΟΦΙΛΗΣ

1-13 IOYNIOY Επιμέλεια -πρόταση Χρήστος Ν. Θεοφίλης ΠΑΡΙΣΤΑΜΕΘΑ Στον διάλογο Για την τέχνη και τον ποιητικό κριτικό στοχασμό μη φοβάστε, θα συνομιλούν σε πεδιάδες του τίποτα συμπαντικές και μόνες. Εκεί θα συνεχίσουμε ως ατομική πρωτοβουλία τον διάλογο. ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ ΚΡΙΤΙΚΟΣ ΤΕΧΝΗΣ


 Χρήστος Θεοφίλης Christos Theofilis Visual Artist